Ο Erik Erikson (1902 – 1994) ήταν ένας ψυχολόγος ο οποίος ανέπτυξε μία από τις πιο σημαντικές και ενδιαφέρουσες θεωρίες ανάπτυξης, μελετώντας ατομικές περιπτώσεις και παρατηρώντας πολλούς ανθρώπους από διάφορους πολιτισμούς.

Για εκείνον, το μείζον ζήτημα ήταν η επίλυση των κοινωνικών και ψυχολογικών συγκρούσεων, προκειμένου το άτομο να μεταβεί από το ένα αναπτυξιακό στάδιο στο άλλο, γιαυτό αι η θεωρία πήρε το όνομα ψυχοκοινωνική. Βασικό στοιχείο της όλης θεωρίας είναι μια ‘’ταυτότητα του Εγώ’’ δηλαδή η αίσθηση που έχει το άτομο γι’ αυτό που είναι. Η ταυτότητα αυτή αποτελεί προϊόν του εκάστοτε πολιτισμού στον οποίο εντάσσεται το άτομο.

Ο Erikson έβλεπε την ανάπτυξη του ανθρώπου ως μια δυναμική διαδικασία, η οποία συνεχίζει μέχρι το τέλος της ζωής και αποτελείται από 8 επιμέρους στάδια. Σύμφωνα με τη θεωρία του, η επιτυχής ολοκλήρωση του κάθε σταδίου έχει ως αποτέλεσμα την επίτευξη μιας υγιούς προσωπικότητας και την απόκτηση βασικών αρετών.

Οι φάσεις που συνθέτουν τη θεωρία του είναι οι ακόλουθες:

  • Στάδιο 1 / Εμπιστοσύνη έναντι δυσπιστίας
  • Ψυχοκοινωνικό  Στάδιο 2 / Αυτονομία έναντι ντροπής και αμφιβολίας
  • Ψυχοκοινωνικό  Στάδιο 3 / Πρωτοβουλία εναντίον της ενοχής
  • Ψυχοκοινωνικό  Στάδιο 4 / Βιομηχανία εναντίον κατωτερότητας
  • Ψυχοκοινωνικό  Στάδιο 5 / Ταυτότητα έναντι σύγχυσης
  • Ψυχοκοινωνικό  Στάδιο 6 / Οικειότητα έναντι απομόνωσης
  • Ψυχοκοινωνικό  Στάδιο 7 / Γενετικότητα εναντίον της στασιμότητας
  • Ψυχοκοινωνικό  Στάδιο 8 / Ακεραιότητα έναντι απόγνωσης

Σύμφωνα με το 4ο ψυχοκοινωνικό στάδιο του Erikson, όταν τα παιδιά φτάνουν σε σχολική ηλικία μεταξύ 5 έως 11 ετών, αντιμετωπίζουν την κρίση της βιομηχανίας έναντι της κατωτερότητας. Ανεξάρτητα από το αν αισθάνεται άνετα ή δυσαρεστημένο το παιδί αρχίζει να αναγνωρίζεται γιαυτό που κάνει στο υπάρχον περιβάλλον.

 Οι δάσκαλοι και τα σχολεία έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή στην κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των μαθητών και εκεί δημιουργείται το πρόβλημα. Κατά την περίοδο αυτή το παιδί πρέπει να αποκτήσει τις σχολικές γνώσεις και ικανότητες και να εξοικειωθεί στο πνεύμα της συνεργασίας και της ομαδικότητας. Αν το περιβάλλον του, οικογενειακό και σχολικό, ενθαρρύνει το ενδιαφέρον του παιδιού να γνωρίσει τον κόσμο γύρω του τότε θα αναπτυχθεί το συναίσθημα της εργατικότητας και της φιλοπονίας. Αντίθετα, αν το περιβάλλον ενοχοποιήσει αυτές τις προσπάθειες και θεωρήσει ότι οι προσπάθειες του παιδιού δε γίνονται με τον κατάλληλο τρόπο τότε το παιδί θα εισπράξει απόρριψη, θα βιώσει τα συναισθήματα της αναξιότητας και της κατωτερότητας, οπότε θα πάψει και να προσπαθεί.

Αν λοιπόν πάνε όλα καλά σε αυτή τη φάση, το παιδί αναπτύσσει την ικανότητα αφοσίωσης σε παραγωγική εργασία και επιδιώκει τη χαρά της δημιουργίας. Στον αντίποδα υπάρχει και η πιθανότητα, το περιβάλλον του να μην αποδεχτεί τις προσπάθειές του και άρα το ίδιο το παιδί να βιώσει αισθήματα ανεπάρκειας, αδυναμία για ολοκλήρωση κάποιου έργου και άρα ματαίωση σε μια πιθανή  νέα προσπάθεια.

 Έχουμε γίνει όλοι παρατηρητές, ανά διαστήματα, του πώς το σημερινό μοντέλο σχολικής εκπαίδευσης προωθεί συστημικές ανισότητες ενάντια σε παιδιά. Παιδιά που ανήκουν σε ειδικές πληθυσμιακές ομάδες, έχουν διαφορετικές ικανότητες, δεν πληρούν τα παρωχημένα κουτιά μιας ‘επιτυχημένης’  κοινωνικής παρουσίας κτλ.

 Τρόποι υπάρχουν που αποσκοπούν στην εξάλειψη τόσο των συστημικών ανισοτήτων αλλά και στην υποστήριξη μιας  υγιούς ανάπτυξης για κάθε μαθητή. Για παράδειγμα:

  • Αύξηση των Συνεργατικών και Αποκαταστατικών Πρακτικών

Στόχος είναι οι θετικές συμπεριφορές των μαθητών. Η δημιουργία ενός σχολικού περιβάλλοντος που θα ανταμείβει τους μαθητές για την προσπάθειά τους και θα τους δίνει κίνητρα για επιμέρους εξέλιξη.  

  • Παροχή στρατηγικών αποκλιμάκωσης

Είναι σημαντικό να δημιουργηθούν ‘’ασφαλείς’’ χώροι όπου οι μαθητές θα μπορούν να προσπαθήσουν ξανά μετά από ένα διάστημα περισυλλογής και θετικής ενίσχυσης.  Για παράδειγμα, σε ορισμένα σχολεία δίνεται η ευκαιρία πρακτικών όπως η γιόγκα, messy play, δραματοθεραπεία  και διάφορες άλλες ευκαιρίες ενσυνειδητότητας.

  •  Ενσωμάτωση πολιτισμικά αντιπροσωπευτικών μοντέλων

Η αποτροπή τραυματισμού των μαθητών πρέπει να περιλαμβάνει την πρόσληψη δασκάλων από παρόμοια φυλετικά και εθνοτικά υπόβαθρα. Ένα περιβάλλον που θα αποδέχεται και θα γιορτάζει την διαφορετικότητα μόνο πρόοδο και περισσότερες ευκαιρίες μπορεί να σημαίνει για όλους τους μαθητές.

Είναι σημαντικό και οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να προσφέρουν υποστήριξη και ενθάρρυνση. Οι ενήλικες πρέπει να προσέξουν  παράλληλα να μην πέσουν στο σφάλμα του να εξισώσουν την επιτυχία με την αποδοχή και την αγάπη. Η άνευ όρων αγάπη και η υποστήριξη μπορούν να βοηθήσουν όλα τα παιδιά σε αυτό το ψυχοκοινωνικό στάδιο.

Μπούρα Ιωάννα

Ψυχολόγος Α.Π.Θ. – Παιδοψυχολόγος

;