Ο ερχομός ενός παιδιού φέρνει μαζί του πολλά «δώρα». Φέρνει όμως και το ξύπνημα των δικών μας παιδικών εμπειριών και τραυμάτων. Κάθε άνθρωπος κουβαλάει στην πορεία της ζωής του ένα δικό του φορτίο , ένα δικό του παρελθόν, το οποίο συχνά «ενεργοποιείται» μετά τη γέννηση ενός παιδιού. Θα λέγαμε ότι μέσω της γέννησης ενός παιδιού ασυνείδητα μπαίνουμε στη διαδικασία να θυμηθούμε πώς ήμασταν εμείς ως παιδιά , πώς νιώθαμε , τι φροντίδα μας παρείχαν οι δικοί μας γονείς κτλ.  Η επαφή με τις αναμνήσεις του εσωτερικού μας παιδιού δεν είναι μια εύκολη υπόθεση και συχνά μας αναγκάζει να επαναλαμβάνουμε τα λάθη των γονιών μας.

Πολλές φορές δαιμονοποιούμε τα δυσάρεστα συναισθήματα που μας πυροδοτούνται. Στην πραγματικότητα όμως όλα τα συναισθήματα τα βιώνουμε με όλες τις σχέσεις της ζωής μας, οπότε είναι αναμενόμενο να τα βιώνουμε και με το δεσμό του παιδιού.  Η «δυσλειτουργία» εντοπίζεται όταν επιμένουμε να αγνοούμε τα συναισθήματα μας ερμηνεύοντας αυτά ως παθολογικά γεμίζοντας τον εαυτό μας θυμό και ενοχή.  Η μη αποδοχή και έκφραση των δεύτερων έχει ως αποτέλεσμα να γιγαντώνονται μέσα μας και  να λειτουργούν σαν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία .«Πιστεύω ότι είμαι κακός γονέας- νιώθω τύψεις- θυμώνω με τον εαυτό μου –  αδυνατώ να το διαχειριστώ- συμπεριφέρομαι σαν να είμαι κακός γονέας» ,χωρίς να είμαι στην πραγματικότητα.  

Το αποτέλεσμα της απώθησης των  συναισθημάτων και των εμπειριών

Όταν δεν ερχόμαστε σε επαφή με τα συναισθήματα που απορρέουν από το παρελθόν δεν σημαίνει ότι το παρελθόν σταματά να υπάρχει. Αντιθέτως γιγαντώνεται μέσα μας.  Θέλοντας λοιπόν να προστατευτούμε από τη δυσφορία των δύσκολων συναισθημάτων που αναδύθηκαν από το γονεικό μας ρόλο  απαρνιόμαστε όχι πρακτικά αλλά συναισθηματικά το γονεικό μας ρόλο. Πολλές φορές μπορεί δείχνουμε συναισθηματικά μη διαθέσιμοι , απομακρυνόμαστε , θυμώνουμε και άλλα. Αυτές οι συμπεριφορές προκαλούν μια αίσθηση αναξιότητας ή αδυναμίας να ανταπεξέλθουμε στο ρόλο μας ,με αποτέλεσμα να αδυνατούμε να καλύψουμε τις συναισθηματικές ανάγκες του παιδιού.

Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας &  το παιδί μας

  • Αυτοπαρατήρηση.  Σε πρώτο στάδιο χρειάζεται να παρατηρήσουμε τον εαυτό μας ώστε να αντιληφθούμε τι νιώθουμε. Όταν δρούμε χωρίς να έχουμε εντοπίσει τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας , λειτουργούμε παρορμητικά.
  • Χρειάζεται να αναγνωρίσουμε και να αποδεχτούμε τα συναισθήματα μας. Συχνά η παραδοχή ότι τρέφουμε δυσφορικά συναισθήματα για το παιδί μας είναι επώδυνη αλλά η αποδοχή είναι ένα βήμα προς τη λύση.
  • Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι η αποδοχή των αρνητικών μας συναισθημάτων μας κάνει δυνατούς όχι αδύναμους. Για να ‘’τροποποιήσουμε’’ τις σκέψεις μας και τα συναισθήματα μας πρέπει να τα παραδεχτούμε και να τα σεβαστούμε.
  • Προσπαθούμε να μπούμε στη θέση του παιδιού και να αισθανθούμε και εμείς πως νιώθει το παιδί ή να θυμηθούμε πώς νιώθαμε εμείς στην ηλικία του.
  • Χρειάζεται να σεβόμαστε την προσωπικότητα και τα συναισθήματα του παιδιού δομώντας τη σχέση μας μαζί του σε γερά θεμέλια.

«Τίποτα δεν έχει ισχυρότερη επιρροή -ψυχολογικά- στο περιβάλλον τους και ειδικά στα παιδιά τους, από τη ζωή που οι γονείς δεν έζησαν» – C. G. Jung ,1988

Η Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

Ευαγγελία Ραφαέλα Μαρινάκη

;